συνταγματική βασιλεία
Jump to navigation
Jump to search
Greek[edit]
Noun[edit]
συνταγματική βασιλεία • (syntagmatikí vasileía) f (plural συνταγματικές βασιλείες)
Synonyms[edit]
- συνταγματική μοναρχία f (syntagmatikí monarchía)
συνταγματική βασιλεία • (syntagmatikí vasileía) f (plural συνταγματικές βασιλείες)